Σε δεύτερο πρόσωπο - Αποσπάσματα

Οι αυταπάτες σου μες στις αυταπάτες των άλλων. Οι άλλοι μέσα σου. Καταλαμβάνουν χώρο. Γεμίζεις. Αντιλαμβάνεσαι το ελάχιστο των περιθωρίων. Κι έπειτα, όλα απέχουν μια ανάσα. Ξεφυσάς και τελειώνεις.

***

Οι φίλοι μισάνοιχτα παράθυρα. Όσα παράθυρα τόσες ντροπές. Συντροφεύεις στα μουλωχτά. Πίσω από τείχους που ουρούν σκυλιά και μεθυσμένοι… Έσω έτοιμος. Επικηρυγμένος. Κρύψου στις τρύπες σου.

***

Στον ύπνο θα συλλέγεις εικόνες από άφυλους έρωτες και λόγια σκόρπιων εξομολογήσεων. Όλα θ’ αλλάξουν κάποτε… Έπειτα, κλείνουν οι πόρτες αφήνοντας πίσω τους κορμιά που περιφέρονται ταλαίπωρα απ’ τον χρόνο, μέχρις εσχάτων.

***

Να τι είναι ο άνθρωπος, σκέφτηκα. Ένα ον που γεννιέται μέσα σε ανερμήνευτα συμπλέγματα για να γίνει όσο μεγαλώνει ειδικός στα στοιχήματα, τις απογοητεύσεις και τα κακά μαντάτα. Ηδονίζεται στην απελπισία του, αναζητώντας πιασιάρικα σοφίσματα για το εφήμερο της ύπαρξης.

***

Αυτή φταίει για όλα. Αυτή η καργιόλα η νεότητα είναι υπαίτια για όλα τα δεινά. Πού θα πάει; Θα προσπεράσει, θα ξεθυμάνει. Θα πάρει μαζί της ό,τι κάποτε της αναλογούσε. Όλα εκείνα που θυμίζουν φρέσκια ανάσα, σπυράκια ακμής και άσχημα λόγια. Μαθητεύεις στο αφηρημένο κι αφημένος εκεί, ξυπνάς ένα πρωί με τα μάτια πρησμένα απ’ το κλάμα. Κι αναρωτιέσαι ποιοι να ‘ταν εκείνοι που διέψευσαν τις προσδοκίες σου ή ποιος τους έδωσε το ελεύθερο της άνευ όρων διαχείρισης του κόσμου σου.

***

Οι ανθρώπινες, λένε, σχέσεις κρέμονται από μια λεπτή κλωστίτσα. Δεν έχει σημασία τι χρώματος κλωστή. Η αισθητική υποχωρεί στα δύσκολα… Με τον καιρό συνηθίζεις. Αλλοιώνεσαι. Αρχίζεις να μη χωράς σ’ αγκαλιές. Ψυχραίνεσαι.

***

Η τρέλα υπάρχει μέσα μας. Μας κυοφορεί. Την κυοφορούμε. Τρεφόμαστε απ’ τη σάρκα της κι εκείνη απ’ τη δική μας. Εικοσιτετράωρα μετ’ εμποδίων, άνθρωποι τίποτα, σκέψεις βροχή.

***

Τι πιο γοητευτικό να περπατάς χωρίς ομπρέλα σε άδειους δρόμους με βροχή, σα να πηγαίνεις στο μέτωπο χωρίς όπλο. Εκτεθειμένος από παντού…